- εσωφόριον
- το нижняя юбка
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
εσωφόρι — και εσωφόριο, το (Μ ἐσωφόριον και σωφόριν) εσώρουχο που φορούν οι γυναίκες μέσα από το κανονικό φόρεμα, το μεσοφόρι. [ΕΤΥΜΟΛ. < έσω + φόρι( ον) < φορώ πρβλ. πανω φόρι( ον)] … Dictionary of Greek